Τι είναι;

Ο Δερματικός ερυθηματώδης λύκος αποτελεί ένα αυτοάνοσο νόσημα που εκδηλώνεται είτε αποκλειστικά στο δέρμα είτε στα πλαίσια του συστηματικού ερυθηματώδους. Χωρίζεται σε τρεις κύριους υπότυπους, τον οξύ δερματικό ερυθηματώδη λύκο (ΟΔΕΛ), τον υποξύ δερματικό ερυθηματώδη λύκο (ΥΔΕΛ) και τον χρόνιο δερματικό ερυθηματώδη λύκο (ΧΔΕΛ) με όλους τους υπότυπους να χαρακτηρίζονται από φωτοευαισθησία. Η πιθανότητα μετάπτωσης σε συστηματικό ερυθηματώδη λύκο είναι υπαρκτή με το ποσοστό μετάπτωσης να διαφέρει μεταξύ των υποτύπων. 

Πώς εμφανίζεται και ποιες είναι οι μορφές του;

Ο ΟΔΕΛ συνήθως εμφανίζεται με το χαρακτηριστικό εξάνθημα των ζυγωματικών «δίκην πεταλούδας» με τις βλάβες να είναι παροδικές και να υποχωρούν χωρίς να καταλείπουν ουλές ή δυσχρωμίες. Παρόλα αυτά, αυτή η μορφή δερματικού λύκου παρουσιάζει ισχυρή συσχέτιση με το συστηματικό ερυθηματώδη λύκο και οι ασθενείς θα πρέπει να εξετάζονται προσεκτικά για τον αποκλεισμό συστηματικής νόσου. 

Ο ΥΔΕΛ είναι τυπικά φωτοευαίσθητος με τις βλάβες να εντοπίζονται στις φωτοεκτεθειμένες περιοχές. Εμφανίζεται ως δακτυλιοειδείς ή ψωριασιόμορφες πλάκες που υποχωρούν χωρίς να καταλείπουν ουλές.

Ο δισκοειδής ερυθηματώδης λύκος αποτελεί τη συχνότερη μορφή του ΧΔΕΛ και χαρακτηρίζεται από επηρμένες ερυθρές κηλίδες και πλάκες που καλύπτονται από λέπια που υποχωρούν καταλείποντας ουλές και περιοχές με αποχρωματισμό. Ο δισκοειδής ερυθηματώδης λύκος μπορεί να εμφανιστεί σε οποιοδήποτε σημείο του σώματος αλλά συνήθως εντοπίζεται στο άνω μέρος του σώματος και ειδικότερα το πρόσωπο, το λαιμό, το τριχωτό της κεφαλής και τα αυτιά. Η εμφάνιση του στο τριχωτό της κεφαλής μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμη απώλεια τριχών ενώ η διάγνωση του πιστοποιείται με τη λήψη βιοψίας του δέρματος. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ξεκινήσει η θεραπεία το ταχύτερο δυνατό για να αποφευχθεί η δημιουργία περαιτέρω ουλών. 

Πως αντιμετωπίζεται;

Οι θεραπείες του δερματικού λύκου περιλαμβάνουν την φωτοπροστασία, την χρήση τοπικών κορτικοστεροειδών και αναστολέων καλσινευρίνης (Elidel, Protopic) και την έγχυση στεροειδών μέσα στις βλάβες (ενδοβλαβική θεραπεία). Σε περιπτώσεις μη ανταπόκρισης στους τοπικούς παράγοντες χορηγούνται ανθελονοσιακοί παράγοντες (υδροξυχωροκίνη και χλωροκίνη), εντούτοις ανοσοκατασταλτικοί παράγοντες μπορεί να δοθούν σε ανθεκτικές περιπτώσεις.

Γράφει η Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος Dr Άρια Στραβοδήμου MD, MSc, PhD,
Επιστημονικά Υπεύθυνος του Πολυϊατρείου MET COSMETIC.